Λευτέρης Σουλτάτος: Ο Άνθρωπος που Ακόμα Αναζητά τις Ρίζες του




Καθώς ο ήλιος βυθιζόταν στη Δύση, χρωματίζοντας τον ουρανό με ζωντανές αποχρώσεις πορτοκαλί και μωβ, βρισκόμουν καθισμένος σε μια απομονωμένη ταβέρνα στην άκρη της θάλασσας. Ενώ χάζευα τα κύματα που έσκαγαν απαλά πάνω στην ακτή, ο νους μου περιπλανιόταν στον άνθρωπο που είχα την τύχη να συναντήσω νωρίτερα εκείνη την ημέρα.
Το όνομά του ήταν Λευτέρης Σουλτάτος, ένας άντρας που τον είχα γνωρίσει τυχαία σε μια τοπική βιβλιοθήκη. Ανταλλάξαμε μερικές κουβέντες για τα βιβλία που διαβάζαμε και γρήγορα συνειδητοποίησα τη βαθιά του αγάπη για τη φιλοσοφία, την ιστορία και τον πολιτισμό.
Ωστόσο, κάτι άλλο ξεχώριζε σε αυτόν τον άνθρωπο. Μια έκφραση μελαγχολίας και νοσταλγίας που έλαμπε στα μάτια του, σαν να κρυβόταν πίσω από αυτά ένα μυστικό που ζητούσε απεγνωσμένα να αποκαλυφθεί.

Την ώρα που πίναμε τον καφέ μας, ο Λευτέρης μου εμπιστεύτηκε την προσωπική του ιστορία. Ήταν μια ιστορία μετακίνησης, απώλειας και μιας βαθιά ριζωμένης λαχτάρας να βρει την πραγματική του ταυτότητα.

Γεννημένος στη Δράμα από Έλληνες γονείς, ο Λευτέρης μεγάλωσε σε ένα μικρό χωριό στα βουνά. Τα παιδικά του χρόνια ήταν απλά, γεμάτα από τη ζεστασιά της οικογένειας και την απλότητα του χωριού του.

Όμως, στη σκιά της Δικτατορίας, η οικογένειά του αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Ελλάδα και να μεταναστεύσει στο εξωτερικό. Βρήκαν καταφύγιο στην Αυστραλία, όπου ο Λευτέρης πέρασε την υπόλοιπη ζωή του.

  • Η ζωή στην ξενιτιά ήταν δύσκολη για τον Λευτέρη. Αγ struggled to fit in.
  • Η γλώσσα, οι συνήθειες και η κουλτούρα ήταν ξένες προς αυτόν.
  • Και πάνω απ' όλα, πάντα ένιωθε ένα κενό μέσα του, ένα κενό που δεν μπορούσε να γεμίσει.

Με τα χρόνια, ο Λευτέρης έχτισε μια νέα ζωή, δημιούργησε οικογένεια και βρήκε επιτυχία στην καριέρα του ως δικηγόρος. Αλλά η αίσθηση της απώλειας και της νοσταλγίας ποτέ δεν τον εγκατέλειψε. Ήταν σαν ένα αόρατο νήμα που τον συνέδεε με την πατρίδα του, μια σύνδεση που λαχταρούσε να ανανεώσει.

Τα τελευταία χρόνια, ο Λευτέρης άρχισε να ψάχνει τις ρίζες του. Επισκέφθηκε το χωριό του στη Δράμα, διάβασε για την ιστορία της οικογένειάς του και άρχισε να μαθαίνει ελληνικά. Κάθε νέα πληροφορία, κάθε ανακάλυψη, του έδινε ένα κομμάτι της ταυτότητάς του που είχε χάσει.

Είναι ένα ταξίδι που συνεχίζεται, ένα ταξίδι αυτογνωσίας και ειρήνευσης. Ο Λευτέρης μπορεί να μην είναι σε θέση να γυρίσει πίσω τον χρόνο και να αλλάξει το παρελθόν του, αλλά ανακαλύπτοντας τις ρίζες του, βρίσκει ξανά ένα μέρος του εαυτού του που είχε χαθεί για τόσα χρόνια.

Τώρα, κάθε φορά που ο ήλιος βυθίζεται στη Δύση, φωτίζοντας τον ουρανό με ζωντανές αποχρώσεις πορτοκαλί και μωβ, ο Λευτέρης κάθεται στην ίδια απομονωμένη ταβέρνα και χάνεται στις σκέψεις του. Νιώθει ευγνώμων για το ταξίδι που έκανε, για τις ρίζες που ανακάλυψε ξανά και για την ταυτότητα που τελικά βρήκε.