Ήταν παραμονή Χριστουγέννων και το χιόνι έπεφτε με δύναμη. Ένας άντρας περπατούσε μόνος του στο δρόμο, κρύος και θλιμμένος. Ήταν ο Εμπενέζερ Σκρουτζ και ήταν ο πιο τσιγκούνης άνθρωπος στον κόσμο.
Ο Σκρουτζ δεν αγαπούσε τα Χριστούγεννα. Δεν του άρεσαν οι άνθρωποι και δεν του άρεσε να ξοδεύει χρήματα. Έμενε σε ένα μικρό, σκοτεινό σπίτι και δεν μιλούσε ποτέ σε κανέναν.
Εκείνη τη νύχτα, ο Σκρουτζ επισκέφθηκε από τρία φαντάσματα. Το πρώτο φάντασμα ήταν το φάντασμα του παρελθόντος. Πήρε τον Σκρουτζ πίσω στο χρόνο και του έδειξε πώς ήταν όταν ήταν νέος. Ο Σκρουτζ ήταν ευγενικός και φιλικός άνθρωπος τότε, αλλά με τα χρόνια είχε αλλάξει.
Το δεύτερο φάντασμα ήταν το φάντασμα του παρόντος. Πήρε τον Σκρουτζ στο σπίτι της οικογένειας Κράτσιτ. Ο Κράτσιτ ήταν υπάλληλος του Σκρουτζ και ήταν πολύ φτωχός. Αλλά η οικογένειά του ήταν ευτυχισμένη, ακόμα κι αν δεν είχαν πολλά χρήματα.
Το τρίτο φάντασμα ήταν το φάντασμα του μέλλοντος. Έδειξε στον Σκρουτζ τι θα του συνέβαινε αν δεν άλλαζε τους τρόπους του. Ο Σκρουτζ είδε τον εαυτό του να πεθαίνει μόνος και ξεχασμένος. Ήταν μια τρομακτική όραση.
Τα φαντάσματα έκαναν τον Σκρουτζ να συνειδητοποιήσει το λάθος του. Συνειδητοποίησε ότι είχε ζήσει μια άθλια ζωή και ότι έπρεπε να αλλάξει. Την επόμενη μέρα, ο Σκρουτζ ήταν ένας άλλος άνθρωπος. Είχε γίνει ευγενικός και γενναιόδωρος. Έδωσε στον Κράτσιτ αύξηση και βοήθησε την οικογένειά του. Άνοιξε επίσης την καρδιά του στους ανθρώπους και έκανε πολλούς φίλους.
Ο Σκρουτζ έζησε μια μακρά και ευτυχισμένη ζωή. Έμαθε ότι το πραγματικό νόημα των Χριστουγέννων δεν είναι στα δώρα ή στα πάρτι, αλλά στην αγάπη και τη συμπόνια. Και έζησε ευτυχισμένος για πάντα.